

- Υπερδοσολογία ινσουλίνης ή αντιδιαβητικών δισκίων
- Παρατεταμένη νηστεία ιδιαίτερα όταν αυτή συνοδεύεται από έντονη σωματική δραστηριότητα.
- Πρόσληψη ανεπαρκούς ποσότητας υδατανθράκων στα κύρια ή ενδιάμεσα γεύματα, η καθυστερημένη πρόσληψη των γευμάτων αυτών, ή η παράλειψη τους.
- Υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
- Σπανιότερα μπορεί να οφείλεται σε απότομη είσοδο ζαχάρου στην κυκλοφορία (αντιδραστική υπογλυκαιμία).
Η διάγνωση της υπογλυκαιμίας δεν είναι πάντα εύκολη. Αυτή βασίζεται στην καλή εξιστόρηση των συμπτωμάτων από τον άρρωστο καθώς και στην ανεύρεση χαμηλών τιμών σακχάρου στο αίμα. Θα πρέπει να ξέρουμε ότι η απλή εξέταση του σακχάρου του αίματος δεν είναι πάντοτε αποκαλυπτική αφού η υπογλυκαιμία είναι συνήθως παροδική. Γι αυτό επί εντόνου κλινικής υποψίας και φυσιολογικών τιμών σακχάρου αίματος απαιτούνται άλλες ειδικότερες εξετάσεις.
Για την αντιμετώπιση της οξείας υπογλυκαιμικής κρίσης χορηγούνται από το στόμα ζάχαρη ή ζαχαρούχα ποτά ή γλυκίσματα ή ένα φρούτο ή δύο μπισκότα ή πίνοντας ένα χυμό φρούτου. Πολλά άτομα με συχνές κρίσεις υπογλυκαιμίας πρέπει πάντα να κουβαλάνε στην τσέπη τους μερικές καραμέλες ή σοκολάτες ή ακόμη και φακελάκια με ζάχαρη.
Αν υπάρχει κίνδυνος υπογλυκαιμικού κώματος χορηγείται ενδοφλεβίως διάλυμα γλυκόζης ή ενδομυϊκώς γλυκαγόνη. Η γλυκαγόνη είναι φυσιολογική ουσία (ορμόνη) του οργανισμού που έχει την ιδιότητα να αυξάνει γρήγορα τη γλυκόζη του αίματος.
Στη χρόνια ήπια υπογλυκαιμία εφαρμόζονται τα ακόλουθα διαιτητικά μέτρα:
- Μικρά και συχνά γεύματα 5-8 το 24/ωρο
- Περιορισμός των θερμίδων και των απλών ζαχάρων γλυκόζης, φρουκτόζης και ζαχαρόζης.
- Μείωση των οινοπνευματωδών και του καφέ.
Τόνι Νζέιμ
Διαιτολόγος-Διατροφολόγος