
Ενώ το κοινό ροχαλητό όταν είναι ήπιο και περιοδικό, ιδιαίτερα σε νεαρούς και υγιείς ενήλικες, μπορεί να θεωρηθεί «φυσιολογικό», κάτι τέτοιο δεν ισχύει για την αποφρακτική υπνική άπνοια. Σε αυτή την περίπτωση κατά το έντονο ροχαλητό διακόπτεται η αναπνοή για μεγάλο διάστημα πάνω από 10 δευτερόλεπτα και 5-7 φορές την ώρα ή περισσότερο από 30 φορές κάθε βράδυ. Το οξυγόνο στο αίμα πέφτει δραματικά οδηγώντας σε υποξαιμία και κάποιου βαθμού αφύπνιση. Βαθύς ύπνος που ξεκουράζει το σώμα και το πνεύμα είναι αδύνατος. Μια τέτοια κατάσταση συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων και έντονο πρόβλημα κόπωσης και υπνηλίας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το συνηθέστερο σύμπτωμα των ανθρώπων με άπνοια είναι το ξυπνούν κουρασμένοι, να μην μπορούν να συγκεντρωθούν και να επιζητούν συχνά διαλείμματα ύπνου κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Τα αποφρακτικής υπνικής άπνοιας
Αιτία της υπνικής άπνοιας είναι η απόφραξη του ανώτερου αναπνευστικού. Συγκεκριμένος σωματότυπος (παχυσαρκία, βραχύς τράχηλος, αυξημένη περίμετρος λαιμού), το κάπνισμα, ιδιαίτερα κρανιοπροσωπικά χαρακτηριστικά (μικρογναθία), δυσχερής ρινική αναπνοή ( λόγω σκολίωσης του ρινικού διαφράγματος ή άλλης παθολογίας ) καθώς και το μέγεθος και η κατασκευή της γλώσσας, της μαλακής υπερώας και του κατώτερου τμήματος του φάρυγγα οδηγούν σε αυτή την απόφραξη, ιδίως σε ύπτια θέση κατά τον ύπνο.Συνήθως οι ίδιοι οι ασθενείς δεν αντιλαμβάνονται τα γεγονότα, κατά τη νυκτερινή κατάκλιση οι σύντροφοί τους αναφέρουν έντονο ροχαλητό και διακοπή της αναπνοής που ακολουθείται από πνιγμονή και αγωνιώδη αναπνευστική προσπάθεια. Κατά τη λήψη λεπτομερούς , προκύπτουν πρωινοί πονοκέφαλοι, έντονη ημερήσια υπνηλία, κ.τ.λ.
Επιπτώσεις αποφρακτικής υπνικής άπνοιας
Ποιες είναι όμως οι επιπτώσεις της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας στο καρδιαγγειακό μας σύστημα και πόσο επικίνδυνες είναι?
Καταρχήν η συνεχής αύξηση των ενδοθωρακικών πιέσεων προκαλεί υπερτροφία των καρδιακών κοιλοτήτων, και διαταραχή της ισορροπίας του συμπαθητικού-παρασυμπαθητικού συστήματος που νευρώνει τον καρδιακό μυ και καθορίζει την καρδιακή μας συχνότητα. Ακόμη φαίνεται πως αυξάνονται κατά τη διάρκεια των επεισοδίων υπόπνοιας η οξείδωση, οι παράγοντες θρόμβωσης , οι δείκτες φλεγμονής κ.τ.λ.
Η ύπαρξη άπνοιας φαίνεται, ανεξάρτητα σωματικού βάρους, να αυξάνει κατά 3 φορές την πιθανότητα εμφάνισης υπέρτασης μέσα σε 4-8 έτη καθώς και να δυσκολεύει σημαντικά τη ρύθμιση αυτής με αντιυπερτασική αγωγή σε χρόνια υπερτασικούς.
Ακόμη για όσους πάσχουν από στεφανιαία νόσο η ύπαρξη νυχτερινής άπνοιας αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης θανατηφόρου ή μη οξέως καρδιακού επεισοδίου.
Η Διάγνωση
Ακρογωνιαίος λίθος στη διάγνωση του συνδρόμου είναι η πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου. Επιτρέπει την ταυτόχρονη και συνεχή καταγραφή πολλαπλών καρδιοαναπνευστικών παραμέτρων κατά τη διάρκεια του ύπνου. Σημαντικότερες εξ αυτών είναι ο υποαπνοϊκός δείκτης, ο αριθμός δηλαδή των επεισοδίων άπνοιας και υπόπνοιας ανά ώρα ύπνου και οι διακυμάνσεις του κορεσμού της αιμοσφαιρίνης στο αίμα. Με τις λαμβανόμενες τιμές καθορίζεται η βαρύτητα της υπνικής άπνοιας και σχεδιάζεται η αντιμετώπισή της.
Κλασσικά η μελέτη ύπνου πραγματοποιείται σε ειδικά διαμορφωμένες μονάδες με εισαγωγή και διανυκτέρευση στο νοσοκομείο.
Οι ανατομικές ανωμαλίες διορθώνονται χειρουργικά συνήθως με μικρής βαρύτητας επεμβάσεις στη μύτη ή/και το στοματοφάρυγγα κλιμακωτά ανάλογα με τη βαρύτητα της πάθησης.
Σε περιπτώσεις βαριάς υπνικής άπνοιας, εφαρμόζεται μάσκα συνεχούς θετικής πίεσης (CPAP) σε όλη την διάρκεια του ύπνου και σε καθημερινή βάση. Η εφαρμογή της μάσκας αυτής μέσα σε μικρό διάστημα φαίνεται να ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση, και να μειώνει τις αρρυθμίες.
Τι πρέπει να κάνουμε όμως εάν οι άπνοιες μας δεν οφείλονται σε ανατομικές ανωμαλίες όπου θα θελήσουμε χειρουργική βοήθεια από τους ΩΡΛ και εξαρτώνται από εμάς;
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων απαιτούνται διαιτητικοί χειρισμοί για την απώλεια βάρους, κ διακοπή καπνίσματος χωρίς τα οποία οι λοιπές θεραπευτικές παρεμβάσεις είναι καταδικασμένες σε αποτυχία.
Η απώλεια βάρους είναι καταρχήν η πιο σημαντική ενέργεια που θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε. Αύξηση του σωματικού βάρους κατά 10% αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης άπνοιας έξι φορές. Πολλές φορές υπάρχει ένα κατώφλι βάρους πάνω απ το οποίο αρχίζει άμεσα το ροχαλητό.
Άρα το ροχαλητό δεν είναι πάντα ένας ενοχλητικός αλλά αθώος σύντροφος του νυχτερινού μας ύπνου και κάθε φορά που μας λένε ότι ροχαλίζουμε και σταματάει η αναπνοή μας προτού χρειαστούμε έντονες ιατρικές παρεμβάσεις ας θυμηθούμε δύο πολύ σημαντικές οδηγίες της καθημερινής μας ζωής. Τέλος στο κάπνισμα, έναρξη στο περπάτημα